Σε μια χώρα, όπου τα πάντα έχουν μια τιμή, μικρή ή μεγάλη δεν έχει σημασία, συνήθως όμως μικρή όταν πρόκειται να προωθηθεί ο αφελληνισμός του Έθνους μας, σε μια χώρα όπου πλέον τα Σύμβολα και οι Αξίες έχουν μόνο τίμημα, αλλά καμία αξία, μόνο κατάπληξη δεν προκαλεί το γεγονός ότι οικήματα όπου γεννήθηκαν, έζησαν και πέθαναν Ιερά ονόματα του Ελληνισμού, προσωπικότητες που άλλοι λαοί θα “σκότωναν” κυριολεκτικά
και μεταφορικά για να ιδιοποιηθούν, εμείς, το ελληνικό (το ποιό;) κράτος τα ξεπουλάμε, τα ξεφορτωνόμαστε όχι μόνο ελαφρά τη καρδία, αλλά και με μεγάλη ικανοποίηση και ανακούφιση.
Μια ακόμα τέτοια περίπτωση αντιμετωπίζουμε στην πόλη μας, την Πάτρα. Μια περίπτωση όμως που για μας αποτελεί μείζον θέμα για όλους τους Έλληνες, μια περίπτωση που θα έπρεπε να είναι ήδη πρώτο θέμα στα ΜΜΕ τοπικής και πανελλαδικής εμβέλειας, καθώς πρόκειται για μια ακόμα προδοσία των Ιερών και των Οσίων του Έθνους μας. Μπορεί, τελικά, το αντίστοιχο οίκημα όπου ολοκλήρωσε την πορεία του βίου του ο Εθνικός μας ποιητής στην Πλάκα της Αθήνας (1935 – 1943), προσωρινά να σώθηκε, αφού ο πλειστηριασμός της 12ης Ιανουαρίου τελικά αναβλήθηκε, δε γίνεται όμως το ίδιο με το πατρικό του σπίτι στην πόλη μας (οδός Κορίνθου 241 για όποιον ενδιαφέρεται), που ήδη βγήκε στο…σφυρί, έναντι 1.500.000 ευρώ.
Στο σπίτι αυτό, στις 13 Ιανουαρίου 1859 γεννήθηκε ο διακατεχόμενος από έντονη την αίσθηση και τη συναίσθηση Εθνικών Ιδεωδών, Κωστής Παλαμάς (στις σημειώσεις του γράφει “Γεννήθηκα στην Πάτρα στα 1859. Πέμπτη, απομεσήμερο, στις δύο η ώρα, δεκατρείς του Γενάρη”), γεγονός που από μόνο του περιποιεί τιμή για την πόλη μας και έγραψε γι’ αυτό και την πόλη, τιμώντας την ακόμη περισσότερο το ακόλουθο σονέτο:

“Το σπίτι που γεννήθηκα κι ας το πατούν οι ξένοι, στοιχειό είναι και με προσκαλεί, ψυχή και με προσμένει.
Το σπίτι που γεννήθηκα ίδιο στην ίδια στράτα,στα μάτια μου όλο υψώνεται και μ’ όλα του τα νιάτα.
Το σπίτι, ας του νοθέψανε το σχήμα και το χρώμα και ανόθευτο και αχάλαστο, και με προσμένει ακόμα.
Το σπίτι που γεννήθηκα κι ας το πατούν οι ξένοι, στοιχειό, και σαν απάτητο, με ζή και με προσμένει.
Το σπίτι που γεννήθηκα κι ας το πατούν οι ξένοι, στοιχειό είναι και με προσκαλεί, ψυχή και με προσμένει”.